Σελίδες

Δευτέρα 28 Νοεμβρίου 2011

Ομιλία Λη Φέρμορ


             Ομιλία  του ΄Αγγλου Ταγματάρχη Πάτρικ - Λη – Φέρμορ
                        « O  άνθρωπος  της  Μάνης »

           Σε   ηλικία 96 ετών έφυγε από τη ζωή στις 10 Ιουνίου 2011 ύστερα από μακρά ασθένεια ο φίλος της Ελλάδας Πάτρικ – Λη – Φέρμορ « ο άνθρωπος της Μάνης » όπως τον αποκαλούσαν.
           Ο βρετανός  συγγραφέας έγινε γνωστός για τη δράση του στην Κρήτη κατά τη διάρκεια του Β΄ Παγκοσμίου Πολέμου και κυρίως γιατί ήταν ο διοργανωτής και εκτελεστής μαζί με άλλους της απαγωγής του στρατηγού Χάινριχ Κράϊπε το 1944.
           Μετά τον πόλεμο κατοίκησε μόνιμα στην Καρδαμύλη της Μεσσηνιακής Μάνης , όπου έκτισε ένα παραδοσιακό σπίτι. Το σπίτι αυτό το δώρισε στο Μουσείο Μπενάκη, ύστερα από προτροπή του Τζανή Τζανετάκη.
         ΄Εγινε  γνωστός από τα ταξιδιωτικά του βιβλία  και ίσως είναι ο μεγαλύτερος συγγραφέας  ταξιδιωτικής  λογοτεχνίας . Επίσης έγραψε τα βιβλία « Ρούμελη» , «Μάνη- Tαξίδια στη νότια Πελοπόννησο » και άλλα .
          Αγάπησε   την Ελλάδα  σαν δεύτερη πατρίδα του . Αλλά ιδιαιτέρως αγαπούσε τα Ανώγεια και την Κρήτη αφού είχε παραμείνει για μεγάλο χρονικό διάστημα κατά την διάρκεια της Γερμανικής κατοχής στο χωριό και στην ευρύτερη περιοχή. Συνεργάστηκε με τους Καπετάνιους Στεφανογιάννη ( που ήταν  σύντεκνοι), το Χριστομιχάλη και άλλους. Τα Ανώγεια τα θεωρούσε σαν χωριό του , γιατί είχε κάνει πολλές φιλίες, παρέες , συναναστροφές με τους βοσκούς ,  τους αντιστασιακούς και τους θεωρούσε  όλους φίλους και δικούς του . Εξάλλου τα Ανώγεια ήταν το κέντρο της Αγγλικής κατασκοπείας στην κατά τη διάρκεια της Γερμανικής κατοχής. Στην Κρήτη.           
        Στις 14/4/1946 στη φιλανθρωπική παράσταση που δόθηκε στο κινηματοθέατρο ΠΑΛΛΑΣ  στην Αθήνα,  για τους πυροπαθείς  Ανωγειανούς , εκφώνησε την παρακάτω ομιλία αντίγραφο της οποίας παραθέτουμε. Βρίσκεται στο αρχείο της αντάρτικης ομάδας Ανωγείων ,στο φάκελο 1945 – 2002  καταχωρημένη με τον αριθμό 16.-
                         
                                                             ΜΑΝΟΛΗΣ  ΜΙΧ. ΔΑΚΑΝΑΛΗΣ

                  ΄Ομιλία  του ΄Αγγλου  Ταγματάρχη  Πάτρικ - Λη  - Φέρμορ
 
 έις τήν φιλανθρωπική παράστασι πού δόθηκε στό κινηματοθέατρο ΠΑΛΛΑΣ  υπέρ της ‘Ένώσεως Πυροπαθών ‘Ανωγείων την 14-4-46.
                                        Α Ν Ω Γ Ε Ι Α
      Δυσκολεύομαι να βρώ αρκετά έντονες λέξεις γιά να σας εκφράσω τή μεγάλη τιμή πού ασθάνθηκα, όταν μου έγινε ή παράκλησις νά σας μιλήσω γιά τ’’Ανώγεια, κι’άκόμα, να σας πω πόσο εύτυχής είμαι πού μου δίδεται ή εύκαιρία, έκ μέρους των Βρεττανών άξιωματικών καί στρατιωτών, πού γνώρισαν τή γενναία συνεργασία των κατοίκων του όταν ήταν κάτω άπό τόν Γερμανικό ζυγό, τή φιλοξενία τους, καί τήν έγκάρδια φιλία τους ,να σας εκδηλώσω μέ έπίσημο τρόπο, τή βαθειά εύγνωμοσύνη πού τρέφομεν γιά τό ήρωκό αύτό χωριό καί τήν άδελφική συμπόνοια μας, για τή τραγική καταστροφή πού τό έπληξε γιά τόν αλύγιστο πατριωτισμό καί τή νομιμοφροσόνη πού έδειξε.
    Τ’’Ανώγεια έπαιξαν πάντα περίφανο ρόλο στή πολυτάραχη καί δοξασμένη ίστορία της Κρήτης καί στάθηκαν ύψηλό καί δύσκολο παράδειγμα στούς σημερινούς προγόνους μεγάλων προγόνων των άτρομήτων έκείνων καπετάνιων, πολεμάρχων καί παληκαργιών των περασμένων χρόνων.
     Μα οί  σύγχρονοι Άνωγειανοί μπορεί να είναι περήφανοι καί εύτυχείς γιατί φάνηκαν μέ τό παραπάνω, άντάξιοι των μεγάλων παραδόσεων πού έκληρονόμησαν άπό τούς προγόνους των, καί γιατί τά δικά τους παιδιά θά άντλήσουν την ίδια έμπνευση, άπό τήν γενναία διαγωγή των πατέρων των στό πόλεμο ένάντια στούς Γερμανούς Βαρβάρους, όπως άντλούν καί οί σημερινοί κάτοικοι του μαχητικού χωριού άπό τήν άνδρεία καί τήν άποφασιστικότητα των γονιών των, ένάντια στούς Πασάδες, τούς Μπέηδες, καί τούς Γιανιτσάρους. των Τουρκικών χρόνων.
     Στά χρόνια πού έρχονται, τά χαλάσματα καί τά σημάδια των πυρκαϊών (πού άκόμα καί όταν τά καμμένα χωριά τής Κρήτης ξαναγίνουν καί πάλι εύήμερες καί εύταχισμένες Κοινότητες, θά μαρτυρούν πάντα γιά τά δεινά καί τήν γενναιότητα του παληού καιρού) θά  θωρούνται σάν περήφανες πληγές καί σάν άστραφτερά διάσημα. Μα ή μέρα αύτή δέν έχει φθάσει άκόμα καί σήμερα τά σκεπάζει ό πόνος, ή. πτώχεια, ή πείνα, το κρύο καί οί άρρώστειες.
    Γιά τόν άνδρα πού μέ τή γυναίκα του καί τά παιδιά του πάνω σέ μιά παγερή βουνοπλαγιά στήν καρδιά τού χειμώνα, χωρίς στέγη, χωρίς κουβέρτες γιά να σκεπάση τά παιδιά του καί χωρίς τροφή, τό συναίσθημα ότι ή καταστροφή αύτή τόν βρήκε γιατί έκανε τό καθήκον του, δέν είναι πάντα τέλεια παρηγοριά.
    Γι αύτό θεωρώ τόσο εύτυχή τόν έαυτό μου, πού μπορώ να προσφέρω τήν ταπεινή συμβολή μου, στή σημερινή συνάθροισι γιά ν’άνταποδώσω δυστυχώς όχι μέ πράξεις μα μέ λόγια ένα ελάχιστο μέρος, του χρέους πού εμείς οί Άγγλοι, οι οποίοι δουλέψαμε στή Κρήτη στο διάστημα της κατοχής. πού πλήρωσαν τόσο άκριβά γιά τόν πατριωτιμό τους, καί τή πίστι τους στόν Συμμαχικό άγώνα.
     ‘Ηταν χάρις στήν άλόγιτη πίστι καί άληθινή φιλία πού μπορέσαμε να κρατηθούμε στή ζωή, καί πού έγινε ίστορία τής Γερμανικής κατοχής στή Κρήτη, τέτοιο λαμπρό παράδειγμα άρμονικής καί.έμπιτης συνεργασίας μεταξύ συμμάχων.
     Κι’άκόμη πού έκανε στή Κρήτη, μιά ίσχυρή ένωμένη οίκογένεια, στήν άντιμετώπισι τού κοινού έχθρού.
    ‘Εκφράζοντας τίς εύχαριστίες μου στ’’Ανώγεια, τό μεγαλύτερο χωριό τής Κρήτης, γιά τήν πιστή του φιλία στούς συμμάχους του, έπιθυμώ μ’ένα άκόμα πιό ταπεινό τρόπο νά εύχαριστήσω συμβολικά, άπό μέρους των συνδέλφων μου “Αγγλων ‘Αξιωματικών καί στρατιωτών, όλα τά  ύπέροχα χωριά της Μεγαλονήσου πού πλήρωσαν τήν ίδια φοβερή τιμή.
       Πολλά άπό τά όνόματα πού δόξασαν τήν ίστορίαν των ‘Ανωγείων στά Παληά χρόνια, ξανάζησαν στόν τελευταίον ‘Αγώνα. καί έδωκαν νέα δύναμι στίς παραδόσεις τού χωριού. Όνόματα, σάν του Σκουλά, Δραμουντάνη, Ξυλούρη Χαιρέτη, Σταυρακάκη, Σμπώκου, Κεφαλογιάννη, Μανουρά, Καλλέργη καί Βρέντζου γιά νά μή μιλήσω παρά μόνον γιά όσα μου έχονται τώρα στό νού.
    ΄Η σκληρή καί πολεμόχαρη αύτή όρεινή ράτσα ύποβοηθήθηκε σ’ όλη τήν ίστορία της άπό τήν  γεωγραφική της θέσι.
    Είναι να μεγάλο χωριό ριζωμένο σάν μεσαιωνικό κάστρο πάνω στίς βορεινές πλαγιές του Ψηλορείτη, άπροσπέλαστο καί άπόμερο καί εύτυχώς ώς τά χθές, χωρίς δημόσιο δρόμο νά φέρνη πρός τά έκεί.
    Τό πρώτο. πράμμα πού σου κάνει έντύπωσι ύτερα  άπό τή γεωγραφική θέση είναι ή άτομικότητά του.
   Δημιουργήθηκε καί μεγάλωσε με τή δική του παράδοσι, μέ δυναμική προσωπικότητα πού τό έκανε πασίγνωστο πιό πέρα κι άπό τά όρια της Έπαρ- χίας,κι’άκόμη τού Νησιού. Δέν ήταν ποτέ πλούσιο, γιατί είναι κτισμένο άνάμεσα στά ξερά καί βροχερά βουνά τού Μυλοποτάμου, όπου ή βοσκές είναι  ο μόνος πόρος ζωής.—Γιά τό λόγο αύτό πολλοί Άνωγειανοί έμπειροι βοσκοί καί τυροποιοί συναντώνται σ’όλη τήν κεντρική Κρήτη, ώς τίς βραχώδεις νότιες άκτές τής Μεσσαράς καί τού Μονοφατσίου. Κάθε φορά πού φτάναμε σέ μυτάτο ‘Ανωγειανού είμαστε βέβαιοι πως θά είχαμε καλή ύποδοχή καί βοήθεια, γιατί ό βοσκός τύχαινε νά είναι  πάντα ή ό άδελφός, ξάδελφος, συμπέθερος ή σύντεκνος κανενός φίλου μας στό πατρικό χωριό καί γιαύτό τό λόγο, καθώς καί γιά τήν έκταση καί τήν προσωπικότητα τού χωριού, ό Άνωγειανός έχει μεγάλη έπίδρασι.
     Στά άγρια βουνά των ‘Ανωγείων όλες οί άρετές καί οί άδυναμίες τής ζωής τών Κρητικών φτάνουν στό άνώτατο σημείο.΄Η περηφένεια και ο πατριωτισμός, τό θάρρος, τό χιούμορ, τά τραγούδια καί οί μαντινάδες, οί  θρύλοι καί οί παραδόσεις καθώς καί τά βουνήσια έθιμα, της ζωοκλοπής τής άπαγωγής κοριτσιών όπως στά παληά χρόνια καί της Βεντέντας.                                          ‘Η λατρεία τών όπλων είναι φανερή παντού καί οί βοκοί είτε άνήκαν σέ μιά όμάδα είτε όχι, έφερναν πάντα μαζί τους κανένα τουφέκι, πιστόλι καί μαχαίρι όπως σέ καμμιά άλλη περιοχή της Κρήτης.
     Έίναι άριστοι σκοπευτές καί γεννημένοι στρατιώτες,όπως τρανά φανερώνουν ή φήμη τους στήν Άλβανία, οί άγώνες τους ένάντια στούς Γερμανούς άλεξιπτωτιτές στό. ‘Ηράκλειο καί τό Ρέθυμνον και στο διάτημα της κατοχής.’Η περηφάνειά τους γιά τό χωριό τους καί γιά τήν ίστορία τους είναι άπέραντη καί διηγούνται πολλές ίστορίες γιά τόν έγωϊσμό τών ΄Ανωγειανών πού καί ο ίδιοι κοροϊδεύουν.΄Εχουν πολλά χαρακτηριστικά πού τους ξεχωρίζουν απόλυτα καί τούς χαρίζουν τήν άτομικότητά τους τήν παράξενη βουνίσια διάλεκτό τους τά ήλιοκαμένα πρόσωπά τους, τήν περήφανη κορμοστασιά τους τά κροσσάτα μαύρα σαρίκια τους καί τά μαύρα πουκάμισα, καθώς καί τήν Κρητική λεβεντιά. Είναι έξαιρετικά μερακλήδες καί πολλοί μένουν άκόμη πιστοί στή παληά Κρητική φορεσιά. Είναι πιθανόν πως τ’Ανώγεια είναι Το’ μόνο χωριό στό κόσμο πού έχει παππά ό όποίος συνάμα είναι καί άλεξιπτωτιστής, τόν πάτερ ‘Ιωάννη Ε.Σκουλά..
      Οι γυναίκες φορούν κάπου—κάπου τίς παληές χαριτωμένες φορεσιές τους καί φτιάνουν ώραιότατο μετάξι. Τ ‘Ανωγειανό σακούλι — το βουργιάλι — μέ τά πλούσια καί φανταχτερά κεντήματά του, τό χρυσωμένο σύρμα καί τίς φούντες είναι άριστουργήματα χωριάτικης τέχνης.
      ΄Αν καί τό χωριό είναι πτωχικό, τά σπίτια στ’’Ανώγεια άστραφταν πάντα άπό καθαριότητα, καί ή άτμόσφαιρα, παρά τή φρίκη καί τίς ταλαιπωρίες τής κατοχής, ήταν πάντα γεμάτη γέλιο καί χαρά. ‘Η Κρητική φιλοξενία τό χουβαρνταλίκι είναι πασίγνωστα, καί τα΄Ανώγεια άποτελούν ένα φωτεινό παράδειγμα.
      ‘Η έξυπνάδα, ή καλωσύνη καί τό χιούμορ καθώς καί τό κέφι τών χωρικών  έκαμαν τ΄ Ανώγεια πάντα ένα τόπο ευχάριστης διαμονής, άκομα καί  άν στά γειτονικά σπίτια έμεναν  Γερμανοί.
    ‘Η βραδυές έκείνες γύρω άπό τή φωτιά, όταν πίναμε κρασί καί τσικουδιά, τραγουδούσαμε μαντινάδες μέ τόν ίδιαίτερο ‘Ανωγειανό σκοπό, λέγαμε ίστορίες  ή άστεία ή  άκούγαμε έπεισόδια των Τουρκικών πολέμων άπό τούς γέροντας, θά μείνουν ξέχαστες.
     Είναι τραγικό νά σκέπτεται κανείς πώς οί κάτασπρες έκείνες κάμαρες μέ τ’ άναμμένα τζάκια δέν είναι τώρα παρά μόνον μαυρισμένα έρείπεια, άνοιχτά στόν ούρανό, καί πώς τόσοι άπό τούς συντρόφους πού κάθονταν γύρω είναι τώρα νεκροί.
     Τ’’Ανώγεια όργανώθηκαν εύθύς άπό τήν άρχή, καί ώς τό τέλος έμειναν ένας άπό τούς στυλοβάτας τής Έθνικής ‘Οργανώσεως Κρήτης, τού πολιτικώς άχρωματίστου έκείνου συστήματος πού συνέβαλε τόσο πολύ για νά διατηρηθή ή ‘Ενότητα και ή όλόψυχη άφοσίωσις στή κοινή ύπόθεσι, μέσα σ‘όλο τό Νησί, “Οπως και σ΄ όλα τάλλα μέρη, όλοι άνήκαν στήν κίνησι. οί γέροι, οί παππάδες, οί γιατροί, οί άξιωματικοί καί οί στρατιώτες καθώς καί οι βοκοί    καί ή άστυνομία, πού τήν άντιπροσώπευε  ό ύπομοίραρχος Κίππης, άπό τή Κόρυνθο, άγαπητός καί επρόσδεκτος ξένος.
   ‘0 καθένας έργαζόταν άκούραστα καί κατά τόν δικό του τρόπο γιά τήν έλευθερία τού νησιού του καί τής πατρίδας του. Σέ όργάνωση, παροχή πληροφοριών, προπαγάνδα, έπιχειρήσεις, άπόκρυψη “Αγγλων, μεταβίβασις πληροφοριών, μακρινές πορείες γιά τή μεταφορά βαρειών φορτίων, μέσα άπό άγρια βουνά,
    Σέ όλα αύτά τ’΄Ανώγεια στάθηκαν πραγματικός άντιπρόσωπος τού πνεύματος ‘Αντιστάσεως σ΄όλη τή Κρήτη. Τίποτε δέν ήταν πάνω άπό τάς δυνάμεις του καί τίποτε δέν ήταν άναξιοπρεπές.
    Γιά ένα μακρύ διάστημα τ’’Ανώγεια άπέκρυψαν καί συνετήρησαν ένα τμήμα τής Βρεττανικής άποστολής καί τού Σταθμού άσυρμάτου της, στά μυτάτα καί τίς σπηλιές του Ψηλορείτη, καί βορειότερα κοντά στόν Γενί Γκαβέ.
    Για πολύ καιρό, ή Μύθια, πάνω άπό τή πηγή τής Ζώμυθος, όπου ένας θρυλικός Μανουράς είχε σκοτώσει στά παληά χρόνια ένα δράκοντα, τό φίδι (έτσι τουλάχιστο   διηγούνται) ήταν τό σπίτι μας.
     Καί έκεί σχηματίσθηκε ή άντάρτικη όμάδα. τών ‘Ανωγείων, μέ Άρχηγόν τόν γενναίο καί συνετό Μιχαήλ Χρ.Ξυλούρη.
    Οί Άνωγειανοί ήταν πάντα πρόθυμοι νά βοηθήσουν σέ όποιαδήποτε άποστολή,όσο έπικίνδυνη καί άν ήταν ή όσοδήποτε λίγες πιθανότητες έπιτυχίες καί αν είχε. Παραδείχματος χάριν. Χωρίς τήν γενναιόδωρη βοήθεια τους δέν θα πετύχαινε ή έπιχείρησις πού είχε γιά άποτέλεσμα τήν αίχμαλωσία τού Στρατηγού Κρέϊπε.
    Δέν θά ξεχάσω ποτέ ένα ώρισμένο έπεισόδιο στ’’Ανώγεια. Δυό Βρεττανοί Λοχαγοί, καμμιά δεκαριά φίλοι Άνωγειανοί καί έγώ, βαπτίσαμε μυστικά τή κόρη τού Στεφανογιάννη Δραμουντάνη, ένός από τούς πιό δραστήριους όργανωτές τής ‘Αντιτάσεως, τή νύχτα, στήν ‘Εκκλησία τού πάτερ ‘Εμμ.Δραμουντάνη (“Αγιος Γεώργιος). Τήν βγάλαμε ‘Αγγλία .“Οταν γυρίσαμε σπίτι καί τήν παραδώκαμε στή νέα συντέκνισσά μας Χαρίκλεια, καθίσαμε όλοι νά φάμε, νά πιούμε καί νά τραγουδήσωμε ώς τά. ξημερώματα.
      Eίχαμε βγάλει καραούλια καί έτσι δέν διατρέχαμε κίνδυνο. Ξαφνικά είδαμε νά χαράζη ή αύγή καί πήγαμε πάνω στό δώμα. Καθώς θωρούσαμε τον ήλιο ν΄ άνατέλλη καί νά χρυσώνη τίς κορφές του “Ψηλορείτη”καί του όρους “ Κουλούκουνα” καί τόν καπνό νά βγαίνη από τίς καπνοδόχες τών σπιτιών πήραμε  όλοι θάρρος.
      Στήν έρημο ξέραμε πως ή 8η Στρατιά προέλαυνε, ή όργνωσις και ο  έξοπλισμός σημείωναν μεγάλη πρόοδο, ήταν το μέσο τού καλοκαιργιού καί μόλις πρό όλίγου είχαμε βαπτίσει τή κόρη του. Άρχίσαμε νά μιλάμε γιά τά εύτυχισμένα. χρόνια μετά τον πόλεμο όταν θά έτελείωναν όλα τά βάσανα.
      Πώς μπορούσαμε νά ξέρωμε ότι ένα χρόνο άργότερα ό σύντεκνος Γιάννης θάβρισκε γενναίο θάνατο στούς δρόμους τού χωριού του άπό Γερμανικές σφαίρες καί πώς τό ώραίο χωριό θά γινότανε στάχτη.
     Χαιρετίζοντας τήν μνήμη τού Δαμουντάνη, άς χαιρετίσουμε καί τήν μνήμη όλων τών ήρωϊκών νεκρών τών ‘Ανωγείων καί όλης τής ήρωικής Μεγαλονήσου πού τόσο άληθινά άντιπροσωπεύει.
    Θά ήθελα νά τελειώσω πάνω σ’ένα τόνο έλπίδας καί αίσιοδοξίας. “Οσο μαύρα καί άποθαρρυντικά καί άν φαίνωνται όλα σήμερα, καί μολονότι ή Γερμανική δυναμίτιδα κατέστρεψε κάθε σπίτι στά καμμένα χωριά τής Κρήτης, δέν κατώθωσε όμως νά φθείρη τήν ψυχή καί τό πνεύμα τους.
       Αύτά είναι άφθαρτα. Καί ένας λαός πού έχει τό θάρρος, τήν άποφασιστικότητα, τήν πίστη, καί τήν ζωτικότητα τών κατοίκων τών ‘Ανωγείων δέν ξεύρει τί θά πή ήττα καί πρ’όλα όσα έγιναν τ’’Ανώγεια καί τ’άλλα καταστρεμμένα χωριά τής Κρήτης, θά ξανακτιστούν καί πάλι καί θά έξακολουθήσουν μέσα άπό τούς αιώνας νά είναι παράδειγμα καί νά προσθέτουν νέα Δόξα καί νέες Δάφνες στήν ‘Ιστορία τής ‘Ηρωικής Νήσου καί όλόκληρης τής πατρίδας των.—
     
                                                       Ταγματάρχης ΄Αγγλος Πάτρικ- Λή – Φέρμορ


  Διά την ακρίβεια της αντιγραφής
                Μ. Σκουλάς

Δεν υπάρχουν σχόλια:

Δημοσίευση σχολίου